Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2013

Ριζοσπαστική Ανανεωτική Κίνηση Εκπαιδευτικών
(ΡΑΚΕ)
Οι Ιδιοκτήτες των Ιδιωτικών Εκπαιδευτηρίων
ενδιαφέρονται μόνον για την εξαθλίωση των εκπαιδευτικών.

Για την απεργία των ιδιωτικών εκπαιδευτικών της 15ης Οκτωβρίου ο Σύνδεσμος Ιδρυτών Ιδιωτικών Εκπαιδευτηρίων εξέδωσε ανακοίνωση, που κάθε άλλο παρά πείθει για τη σχέση που οι εκπρόσωποι των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων έχουν με την εκπαίδευση και τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών μας. Με παλαιοκομματική φρασεολογία βάλλουν κατά κατοχυρωμένων από την αστική δημοκρατία πολιτικών δικαιωμάτων, όπως αυτό της απεργίας και πολύ περισσότερο της προάσπισης των δημοκρατικών θεσμών της χώρας μας. Γιατί πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς την επίθεση κατά της κινητοποίησης των διδασκόντων στα ιδιωτικά σχολεία προκειμένου να προασπίσουν την ταυτότητά τους, εκείνη του εκπαιδευτικού λειτουργού, και την περιφρούρηση του κοινωνικού αγαθού της παιδείας. Και πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς την ένστασή τους για το κατοχυρωμένο από τους κανόνες του δημοκρατικού μας πολιτεύματος δικαίωμα, του ελέγχου της εκτελεστικής εξουσίας, όταν μία κοινωνική ομάδα ενίσταται και θεωρείται θιγόμενη.
Γίνεται όμως φανερό ότι στην αγωνία τους μη τυχόν και απολέσουν τις προσβάσεις τους και τον έλεγχό τους στο Υπουργείο Παιδείας, επικρίνουν και την αξιωματική αντιπολίτευση επιδιώκοντας έμμεση στήριξη του κ. Αρβανιτόπουλου. Η χθεσινή συζήτηση όμως στο ΣΤΕ απέδειξε, και το ομολόγησαν και οι υπερασπιστές τους, ότι η αντισυνταγματική πρακτική του Υπουργείου Παιδείας και του κ. Αρβανιτόπουλου δεν μπορεί να καλυφθεί ούτε κάτω από το μανδύα των μνημονιακών επιταγών. Η συμβολική πρόταση προστίμου από τoν εισηγητή του ΣΤΕ καταδεικνύει ότι οι Ιδιοκτήτες των Ιδιωτικών Εκπαιδευτηρίων ενδιαφέρονται μόνον για την εξαθλίωση «των υπερπροστατευμένων» εκπαιδευτικών του οποίους με την ανοχή του Υπουργείου υποχρεώνουν σε μαύρη εργασία, τους οποίους εκβιάζουν για παράνομες συμβάσεις και εικονικές παραιτήσεις, των οποίων οι απολαβές μειώνονται ενώ οι απαιτήσεις και πέραν του εκπαιδευτικού τους έργου συνεχώς αυξάνουν, οι οποίοι απολύονται αναιτιολόγητα και παρά τις δικαστικές αποφάσεις, κρατούνται εκτός εργασίας.

Αθήνα 18-10-2013.

Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2013

Σχολείο, φροντιστήριο, ιδιαίτερο: μία τριγωνική σχέση ανισοτιμίας
·         13.10.2013

Γιώργος Μπουγελέκας*
Η ψήφιση του νομοσχεδίου για το νέο Λύκειο έχει για πολλοστή φορά ανοίξει τη συζήτηση στην ελληνική κοινωνία περί αναγκαιότητας παρακολούθησης φροντιστηριακών μαθημάτων από τους μαθητές, ώστε να καταστούν ικανοί να ανταποκριθούν στις αλλεπάλληλες-πανελλαδικού χαρακτήρα-εξετάσεις, που αυτό ακριβώς το νομοσχέδιο θέσπισε. Ταυτόχρονα, οι γονείς θα εξαντλούνται οικονομικά στον δικό τους αγώνα να ανταποκριθούν στο δυσβάστακτο οικονομικό φορτίο, που θα πρέπει να επωμιστούν, ώστε να ελπίζουν -με σχετική πάντα ασφάλεια- στην πρόοδο των παιδιών τους.

Η κοινωνική διάσταση
Το φροντιστήριο αποτελεί θεσμό καθιερωμένο στην ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα, τόσο μέσα από την πολύχρονη νομοθετική κάλυψη όσο και μέσα από την μαθητική αποδοχή στο σύνολό της. Μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα απαιτούνταν μόνο κατοχή απολυτηρίου Γυμνασίου για την εισαγωγή στις ανώτατες σχολές. Δεν είναι σύμπτωση η καθιέρωση των εισαγωγικών εξετάσεων το 1932 και η ψήφιση του Α.Ν. 2545/40 «Περί ιδιωτικών σχολείων, φροντιστηρίων και οικοτροφείων» από την κυβέρνηση Ι.Μεταξά. (Πολυχρονάκη Μαρία)
Το δημόσιο σχολείο προσπαθεί συχνά να καλύψει και το ρόλο του φροντιστηρίου αναπτύσσοντας ενισχυτικά τμήματα. Οι προσπάθειες αυτές δεν έχουν χαρακτηριστεί μέχρι στιγμής επιτυχείς στο σύνολό τους, γεγονός που ενισχύει την άποψη ότι η ανάπτυξη της εξωσχολικής εκπαιδευτικής δραστηριότητας είναι ένα σύνθετο κοινωνικό και εκπαιδευτικό φαινόμενο.(Καλαβάσης Φ., Μεϊμάρης Μ., 1994,σ.89) Ακόμα και όταν υπάρχει ενδοσχολική βοήθεια δεν αντικαθίσταται η εξωσχολική. Οι περισσότερες κινήσεις που κάνει ο μαθητής την ώρα που μαθαίνει, γίνονται μακριά από το βλέμμα του σχολικού καθηγητή. Το σχολείο -στο σημερινό εξετασιοκεντρικό σύστημα- δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς εξωσχολικά δεκανίκια.(Georges Collonges, στο Καλαβάσης Φ., Μεϊμάρης Μ., 1994,σ.111)
Βέβαια πάντα πρέπει να συνυπολογίζονται στους παράγοντες επιτυχίας εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση-και ιδιαίτερα στις σχολές υψηλής ζήτησης-οι επαγγελματικές και εκπαιδευτικές διαφοροποιήσεις των γονέων, καθώς οι ανισότητες πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση βασίζονται ακόμα σε μεγάλο βαθμό στον οικογενειακό περίγυρο των μαθητών/τριών.
Σήμερα έχει αποδειχθεί από την έρευνα πως ο κυρίαρχος παράγοντας που ωθεί τους νέους στη σχολική επιτυχία ή αποτυχία είναι η ταξική θέση της οικογένειάς τους.
Ο Bourdie -υπογραμμίζοντας την ιδεολογική λειτουργία που εκπληρώνει σε ορισμένες περιστάσεις η προσφυγή στην ιδέα της ανισότητας των φυσικών χαρισμάτων ως εργαλείο εξήγησης της σχολικής επιτυχίας- αναρωτιέται γιατί οι τυχαιότητες της γενετικής να μην κατανέμουν εξίσου τα άνισα αυτά χαρίσματα στις διάφορες κοινωνικές τάξεις . ( P. Bourdieu & J.-Cl. Passeron, σ. 139)
Ως κύριες αιτίες της αλματώδους ανάπτυξης των φροντιστηρίων μπορούμε να καταγράψουμε τις εξής δύο:
α) το ανταγωνιστικό σύστημα επιλογής φοιτητών για την τριτοβάθμια εκπαίδευση
β) τον μονόπλευρο προσανατολισμό των Ελληνικών οικογενειών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση για την επαγγελματική και κοινωνική αποκατάσταση των παιδιών της.
Όσο διατηρείται η κοινωνική διάκριση μεταξύ χειρωνακτικής και διανοητικής εργασίας, τόσο οι ευρύτατες λαϊκές μάζες θα προσπαθούν να σπρώξουν τα παιδιά τους στην πλευρά των ευνοημένων της εκπαίδευσης και της κοινωνίας. (Κάτσικας Χρίστος)

Η εκπαιδευτική διάσταση
Η μορφή της δωρεάν Παιδείας με τον υπερσυγκεντρωτισμό και έντονο ιδεολογικό χαρακτήρα της, την ελλιπή οικονομική στήριξη και την έλλειψη σχεδιασμού ανέπτυξε την ιδιωτική εκπαίδευση και τα δύο μαζί, με αφορμή την επιλογή για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, τα φροντιστήρια και τα ιδιαίτερα.(Καλαβάσης Φ., Μεϊμάρης Μ., 1994,σ.85)
Η πορεία της ιδιωτικοποίησης της εκπαίδευσης -λανθάνουσας αρχικά και απροκάλυπτης στη συνέχεια- από το 1974 μέχρι σήμερα είναι γεγονός και συνοδεύτηκε από αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων πρόσβασης σε αυτήν.
Τα φροντιστήρια Μ.Ε. είναι, μετά τις τεχνικές και επαγγελματικές σχολές, ο λιγότερο ελιτίστικος τομέας της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Από αυτήν την άποψη αποτελούν ένα ιδιότυπο δίκτυο σχετικά λαϊκής εκπαίδευσης. Αντίθετα τα ιδιαίτερα μαθήματα γενικής εκπαίδευσης είναι φυσιολογικά ένας τομέας στον οποίο η εισοδηματική κατάσταση της οικογένειας παίζει τον πιο βασικό ρόλο.
Ο υψηλός ανταγωνισμός, που προκαλεί η δυσαναλογία υποψηφίων / εισακτέων, και συνακόλουθα το κλίμα αβεβαιότητας ευνοούν την προσφυγή των μαθητών στο δίκτυο των φροντιστηρίων προκειμένου να αυξήσουν τις δυνατότητες πραγματοποίησης των σπουδών στις μετα-υποχρεωτικές εκπαιδευτικές βαθμίδες. Το γεγονός ότι το 1964 τις 12.350 θέσεις διεκδικούσαν 27.000 υποψήφιοι, ενώ το 1975 τις 18.750 θέσεις διεκδικούσαν 65.000 υποψήφιοι αποτελεί ικανοποιητική ένδειξη για τον πολλαπλασιασμό των φροντιστηριακών προπαρασκευαστικών κέντρων, αφού το φροντιστήριο λειτουργεί ως ένα από τα μέσα που χρησιμοποιούν οι υποψήφιοι στην προσπάθειά τους να διαφοροποιηθούν από τους πολλούς και να αποκτήσουν ταχύρρυθμα τις ικανότητες που χρειάζονται για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των εισαγωγικών εξετάσεων. (Πολυχρονάκη Μαρία)
Η σημαντικότητα των εξετάσεων ως κορυφαίου γεγονότος στην εκπαιδευτική πορεία των μαθητών έγκειται ακριβώς στο διαχωρισμό που τίθεται ανάμεσα στη μαζικότητα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και στην επιλεκτικότητα της τριτοβάθμιας, καθώς και στην κοινωνική πίεση για ατομική ευημερία μέσω της τελευταίας. Γενικά μέσα από της εξετάσεις καλλιεργείται μια "συνείδηση επίδοσης", η οποία τελικά παραπέμπει στην υιοθέτηση ανταγωνιστικών στρατηγικών, όπως είναι το φροντιστήριο ή τα ιδιαίτερα μαθήματα.(Πολυχρονάκη Μαρία)
Το σχολείο έχει μετατραπεί σε ατελές φροντιστήριο. Οι εκπαιδευτικοί που διδάσκουν στο Λύκειο αναγκάζονται να μεταφέρουν στην τάξη της τεχνικές και μεθοδολογίες των φροντιστηρίων. Αυτή η τακτική της δεν συνάδει με τη διδακτική διαδικασία, η οποία οφείλει να επιδιώκει και ψυχοσυναισθηματικούς και κοινωνικούς στόχους, καθώς και την κριτική και δημιουργική ικανότητα των μαθητών. Σε αυτόν τον ανταγωνισμό της παραγωγής αποσπασματικών, επιλεγμένων σχολικών γνώσεων για τη μάχη της διεκδίκησης μιας θέσης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση το σχολείο μοιραία ηττάται, ενώ μαζί του ηττώνται οι κοινωνικές σχολικές εκδηλώσεις, οι εκδρομές, οι πολιτιστικές δραστηριότητες, ο αθλητισμός, οι μαθητικές κοινότητες, οι σχολικοί συνεταιρισμοί, η σύνδεση του σχολείου με τον κοινωνικό περίγυρο και τα κοινωνικά προβλήματα, η ανάπτυξη του συλλογικού πνεύματος, της αλληλεγγύης και της συνεργασίας.
Η προβολή και η αποθέωση των φροντιστηρίων στηρίζεται σε δοξασίες που βρίσκουν ανταπόκριση στην ελληνική κοινωνία.
Η πρώτη από αυτές είναι ότι η επιτυχία ενός μαθητή ή μιας μαθήτριας στηρίζεται αποκλειστικά στη φροντιστηριακή προετοιμασία, αποκρύπτοντας και υποτιμώντας τα αποτελέσματα της μακρόχρονης προετοιμασίας που έχει πραγματοποιηθεί της τάξεις του δημόσιου σχολείου.
Η δεύτερη διατυπώνει την άποψη ότι στο φροντιστήριο πηγαίνουν μόνον οι μαθητές των δημόσιων σχολείων, ενώ είναι παγκοίνως γνωστό ότι και οι μαθητές των ιδιωτικών σχολείων παρακολουθούν φροντιστηριακά ή ιδιαίτερα μαθήματα.
Η τρίτη είναι ότι εκεί τα παιδιά «μαθαίνουν γράμματα», ενώ είναι γνωστό ότι απλά διδάσκονται τεχνικές αντιμετώπισης των εξετάσεων. Η πρακτική της φροντιστηριακής εκπαίδευσης δίνει προτεραιότητα σχεδόν αποκλειστικά στις υψηλές επιδόσεις και όχι στη διαμόρφωση ικανοτήτων, δηλαδή αξιοποιεί από τις επιστήμες μόνο ότι μπορεί να μετατραπεί σε ασκήσεις(Georges Collonges, στο Καλαβάσης Φ., Μεϊμάρης Μ., 1994,σ. 108).

Η οικονομική διάσταση
Στις αρχές της δεκαετίας του '80λειτουργούσανπερίπου 1.000 φροντιστήρια στην Αθήνα και στις πρωτεύουσες των νομών, ενώ σήμερα-σύμφωνα με στοιχεία του ΥΠΕΠΘ- λειτουργούν συνολικά 2.713 φροντιστήρια.
Το γεγονός της συνεχούς διόγκωσης του κόστους προετοιμασίας για την τελική «επιτυχία», που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια, δεν αποθαρρύνει τις όλο και αυξανόμενες δαπάνες-επενδύσεις στις οποίες προβαίνει η μέση ελληνική οικογένεια. (Γουβιάς Διονύσης, 2010)
Οι Έλληνες γονείς δίνουν ετησίως περίπου 2 δισεκατομμύρια ευρώ για φροντιστήρια ξένων γλωσσών και προετοιμασίας των πανελλαδικών εξετάσεων, για ιδιαίτερα μαθήματα, για ωδεία, γυμναστήρια και της εκπαιδευτικές υπηρεσίες. Εάν στα 2 δις. ευρώ προστεθούν τα δίδακτρα για ιδιωτικά σχολεία, τα έξοδα για σπουδές σε ΑΕΙ σε διαφορετική πόλη, από εκείνη της μόνιμης κατοικίας και τα δίδακτρα για της μεταπτυχιακές σπουδές, το ποσό εκτοξεύεται στα 5,2 δισεκατομμύρια ευρώ. Να σημειωθεί ότι το 40% της συνολικής ιδιωτικής εκπαιδευτικής δαπάνης κατατίθεται σε υπηρεσίες που δεν παρέχει το ελληνικό δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα.
Σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου Μακεδονίας οι ελληνικές οικογένειεςτο 2012δαπάνησανγιαφροντιστήρια εισαγωγής των παιδιών τουςστην τριτοβάθμια εκπαίδευση κατά μέσο όρο σχεδόν 3500 ευρώ το χρόνο.Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο 1/9 του μέσου οικογενειακού εισοδήματος για το ίδιο έτος.
Σε κάθε περίπτωση, η αναγκαιότητα γενναίας αύξησης των δαπανών για την Παιδεία, η προσπάθεια-ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης- ελαχιστοποίησης μέχρι να οδηγηθούμε στο σημείο του μηδενισμού των οικογενειακών δαπανών για εκπαιδευτικές ανάγκες και η μετάβαση σε ένα σύστημα ελεύθερης πρόσβασης είναι στόχοι που η κοινωνία φαίνεται να στηρίζει και να αναζητά τους πολιτικούς και κοινωνικούς φορείς που θα σταθούν αρωγοί της σε μια πορεία υλοποίησής τους. Η ελεύθερη πρόσβαση καταργεί οριστικά τον σημερινό χαρακτήρα του λυκείου ως μηχανισμού «προγύμνασης», αναβαθμίζει τον μορφωτικό του ρόλο, διότι το απελευθερώνει από τις εισαγωγικές εξετάσεις και απαλλάσσει την οικογένεια από τις δυσβάσταχτες δαπάνες για φροντιστήρια.

Συμπέρασμα
Οι κύριες αιτίες της αλματώδους ανάπτυξης της φροντιστηριακής εκπαίδευσης είναι κοινωνικές και εκπαιδευτικές. Το Λύκειο προσπαθώντας να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των μαθητών και των γονέων τους για υψηλές επιδόσεις στις εξετάσεις εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση έχει μετατραπεί σε ατελές φροντιστήριο. Ποτέ δεν ξεπεράστηκαν στην ουσία οι διαφορές που προκύπτουν στην εκπαιδευτική πορεία των παιδιών από το επαγγελματικό και μορφωτικό status των γονέων τους. Η οικονομική αιμορραγία των οικογενειών για την κάλυψη εκπαιδευτικών αναγκών είναι πλέον αβάσταχτη. Η μετάβαση σε ένα σύστημα ελεύθερης πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα πρέπει να αποτελέσει πεδίο μελέτης και επεξεργασίας λεπτομερειακών προτάσεων για την Αριστερά.

Βιβλιογραφία
1) Γουβιάς Διονύσης, Διαχρονική εξέλιξη των ανισοτήτων πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (1993-2004): Ενδείξεις για αντιστροφή των τάσεων μετά την εφαρμογή της «Μεταρρύθμισης Αρσένη», στο Eπιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, 132-133, B´- Γ´ 2010, 99-146, http://www.grsr.gr/preview.php?c_id=451
2) Καλαβάσης Φ., Μεϊμάρης Μ., Προτάσεις για την αναβάθμιση της Μαθηματικής Εκπαίδευσης: Άνευ ορίων, άνευ όρων, στο Καλαβάσης Φ., Μεϊμάρης Μ.(επιμέλεια), Θέματα Διδακτικής Μαθηματικών ΙΙ, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Ρόδος, 1994
3) Κάτσικας Χρίστος, Οι μαθητές, το Δημόσιο Σχολείο και η φροντιστηριακή δραστηριότητα στη χώρα μας, http://katsikas.8k.com/articles/artro4.html
4) Πολυχρονάκη Μαρία, Φροντιστήριο: της αλώβητος θεσμός υπέρβασης των συστημάτων εισαγωγής στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση http://www.elemedu.upatras.gr/eriande/synedria/synedrio4/praktika1/polyxronaki.htm
5) Φραγκουδάκη A., Κοινωνικές ανισότητες, διγλωσσία και σχολείο, στο Δραγώνα Θ., Σκούρτου Ε., Φραγκουδάκη Α., Εκπαίδευση : Πολιτισμικές Διαφορές και Κοινωνικές Ανισότητες , ΕΑΠ, Πάτρα 2001.
6) Bourdieu P. & Passeron J.-Cl., Οι κληρονόμοι, Καρδαμίτσας, 1996

7) CollongesGeorge, Το φαινόμενο των ιδιαιτέρων μαθημάτων στη Γαλλία, στο Καλαβάσης Φ., Μεϊμάρης Μ.(επιμέλεια), Θέματα Διδακτικής Μαθηματικών ΙΙ, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Ρόδος, 1994.